Εβόρα

Εβόρα
(Evora). Πόλη (44.700 κάτ. το 2002) της Πορτογαλίας, πρωτεύουσα της ομώνυμης περιοχής και του διοικητικού διαμερίσματος Άλτρο Αλεντέχο. Στην Ε. υπάρχουν σημαντικές ρωμαϊκές αρχαιότητες –όπως τα ερείπια ναού της Άρτεμης του 2ου αι. π.Χ. –, γοτθικός καθεδρικός ναός του 13ου αι. καθώς και μοναστήρι του Αγίου Φραγκίσκου του 15ου αι. Η πόλη παρουσιάζει σημαντική εμπορική και βιομηχανική κίνηση. Ερείπια ναού ρωμαϊκής εποχής στην πόλη Έβορα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἐβόρα — ἐβόρᾱ , βοράω eat imperf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Εβόρα, Σεζάρια — (Cesaria «Cize» Evora, Μίντελο 1941 –). Τραγουδίστρια από το Πράσινο Ακρωτήριο της Αφρικής. Παρά την εντυπωσιακή φωνή της, κατόρθωσε να ηχογραφήσει τον πρώτο δίσκο της La Diva aux pieds nus μόλις το 1988 στο Παρίσι. Ο δεύτερος δίσκος της Miss… …   Dictionary of Greek

  • Πορτογαλία — Κράτος της Νοτιοδυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Α με την Ισπανία, ενώ στα Δ βρέχεται από τον Ατλαντικό Ωκεναό.H πορτογαλική Δημοκρατία αποτελείται από την κυρίως Πορτογαλία, το αρχιπέλαγος των Aζορών και το νησί Mαδέρα, που έχουν συνολική έκταση… …   Dictionary of Greek

  • πέτρος — I Όνομα αγίων της Ανατ. και της Δυτ. Oρθόδοξης Εκκλησίας. 1. Ένας από τους δώδεκα Απόστολους, τιμώμενος ως μια από τις μεγαλύτερες μορφές του χριστιανισμού. Το αρχικό όνομά του, που αλλάχτηκε από τον Ιησού σε Κηφά (πέτρα), ήταν Σίμων· γιος του… …   Dictionary of Greek

  • Σαλντάνια, Ιωάννης ντε Ολψέφα Ντάουν δουξ ντε- — (Saldania). Πορτογάλος πολιτικός (1790 1876). Διατέλεσε υπουργός των Εσωτερικών στη Βραζιλία, κυβερνήτης του Πόρτο το 1826 και υπουργός Στρατιωτικών την περίοδο 1826 27. Μετά την αποτυχία του επαναστατικού κινήματος του 1828, εξορίστηκε. Όταν… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”